• Μαιζώνος 94, Πάτρα, 3ος όροφος
  • Επικοινωνία: 2611124186
  • [email protected]
  • Δευτ. - Παρ.   9.00 π.μ. - 9.00 μ.μ.

Πρόωρος Τοκετός

Η προωρότητα είναι η κύρια αιτία περιγεννητικού θανάτου και αναπηρίας και είναι υπεύθυνη για τουλάχιστον τους μισούς από όλους τους νεογνικούς θανάτους. Ενώ όλες οι γεννήσεις πριν από την κύηση των 37 εβδομάδων ορίζονται ως πρόωροι, η συντριπτική πλειοψηφία της νοσηρότητας και της θνησιμότητας σχετίζεται με τον πρόωρο τοκετό πριν 32 εβδομάδες. Τα δύο τρίτα της προωρότητας οφείλονται σε αυτόματη γέννηση λόγω της πρόωρης έναρξης του τοκετού ή της πρόωρης ρήξης των μεμβρανών πριν από τον τοκετό και το υπόλοιπο είναι αποτέλεσμα ιατρικής απόφασης για λόγους που σχετίζονται είτε με την μητέρα είτε με το έμβρυο. Αν και οι βελτιώσεις στη νεογνική φροντίδα έχουν οδηγήσει σε υψηλότερη επιβίωση πολύ πρόωρων βρεφών, ένας σημαντικός αντίκτυπος στη σχετική θνησιμότητα και νοσηρότητα θα επιτευχθεί μόνο μέσω της ανάπτυξης μιας ευαίσθητης μεθόδου με την οποία θα εντοπίζονται οι γυναίκες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο πρόωρου τοκετού και μια αποτελεσματική στρατηγική για την πρόληψη αυτής της επιπλοκής.

Μελέτες καταδεικνύουν ότι ο ρυθμός ανίχνευσης της πιθανότητας για αυτόματο πρόωρο τοκετό χρησιμοποιώντας μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, συνδυάζοντας μητρικούς παράγοντες με τη μέτρηση του μήκους του τραχήλου της μήτρας, είναι σημαντικά υψηλότερος σε σύγκριση με τον έλεγχο με την κάθε μέθοδο ξεχωριστά1.

Μελέτες έχουν επίσης αποδείξει την αποτελεσματικότητα της κολπικής χορήγησης προγεστερόνης για την πρόληψη του πρόωρου τοκετού και της περιγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας σε ασυμπτωματικές γυναίκες με μονήρη κύηση και μήκος τραχήλου μικρότερο των 25 χιλιοστών2.

Επίσης  μετα-αναλύσεις έχουν δείξει ότι η κολπική προγεστερόνη και η περίδεση του τραχήλου είναι εξίσου αποτελεσματικά για την πρόληψη του πρόωρου τοκετού και τη βελτίωση των περιγεννητικών αποτελεσμάτων σε γυναίκες με μονήρη κύηση, προηγούμενο αυτόματο πρόωρο τοκετό και κοντό τράχηλο στις 20-22 εβδομάδες κύησης. Η επιλογή της θεραπείας γίνεται με βάση τις ανεπιθύμητες ενέργειες καθώς και τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας των παρεμβάσεων και τις προτιμήσεις του ασθενούς και του ιατρού3.

1 Ultrasound Obstet Gynecol 2006; 27: 362–367

2 Ultrasound Obstet Gynecol. 2016 Sep; 48(3):308-17

3 Am J Obstet Gynecol. 2018 Jul; 219(1): 10–25

Συνοπτικά 4-6

Γυναίκες με προηγούμενο πρόωρο τοκετό

Δεν έχει αποδειχθεί όφελος στη μείωση του κινδύνου με την ανάπαυση στο κρεβάτι στο νοσοκομείο ή στο σπίτι καθώς δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτήν την πρακτική. Μάλιστα η ανάπαυση στο κρεβάτι μπορεί να έχει κάποιες δυσμενείς επιπτώσεις για τις γυναίκες, όπως αυξημένης πιθανότητας φλεβικής θρόμβωσης, ατροφίας των μυών και στρες. Επίσης δεν έχει αποδεικτεί να έχουν καποιο αποτέλεσμα παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, όπως  μείωση στη χειρωνακτική εργασία, η ψυχολογική υποστήριξη ή συμπληρώματα διατροφής με σίδηρο, φυλλικό οξύ, ασβέστιο, ψευδάργυρο μαγνήσιο, βιταμίνες ή ιχθυέλαιο.

Αντίθετα η κολπική προγεστερόνη κάθε βράδυ από 20 έως 34 εβδομάδες μειώνει τον κίνδυνο πρόωτου τοκετού κατά 25%. Εναλλακτικά η μέτρηση του μήκους του τραχήλου κάθε 2 εβδομάδες μεταξύ 14 και 24 εβδομάδων και πραγματοποίηση περίδεσης εάν ο τράχηλος γίνει λιγότερο από 25 mm μειώνει τον κίνδυνο πρόωτου τοκετού επίσης κατά 25%.

Σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος της εμβρυϊκής φιμπρονεκτίνης έχει αποδεικτεί ότι τα αντιβιοτικά δεν μειώνουν αλλά αυξάνουν τον κίνδυνο πρόωτου τοκετού.

Βακτηριακή κολπίτιδα. Τα αντιβιοτικά δεν μειώνουν τον κίνδυνο πρόωτου τοκετού. Ίσως η θεραπεία με αντιβιοτικά είναι χρήσιμη εάν δοθεί πριν από 16 εβδομάδες.

Γυναίκες χωρίς ιστορικό πρόωρου τοκετού και με κοντό τράχηλο:

Κοντός τράχηλος στις 20-24 εβδομάδες. Η περίδεση τραχήλου μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο πρόωτου τοκετού σε <34 εβδομάδες κατά 15%.

Η κολπική προγεστερόνη κάθε βράδυ από 20 έως 34 εβδομάδες μειώνει τον κίνδυνο πρόωτου τοκετού σε <34 εβδομάδες κατά 35-40%.

Η τοποθέτηση κολπικού πεσού έχει εξετασθεί σε διάφορες μελέτες οι οποίες έχουν δείξει αντικρουόμενα ευρήματα.

4 N Engl J Med 2007; 357:462-9

5 Lancet 2012; 379:1800-6

6 N Engl J Med 2016; 374:1044-52

X